ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

1.  Ορισμοί

1.1 Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες συνιστούν οι εξής πράξεις:

α) η μετατροπή ή η μεταβίβαση περιουσίας εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα, ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια δραστηριότητα, με σκοπό την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της, ή την παροχή συνδρομής σε οποιονδήποτε ενέχεται στη δραστηριότητα αυτή για να αποφύγει τις έννομες συνέπειες των πράξεών του,

β) η απόκρυψη ή συγκάλυψη της αλήθειας, όσον αφορά τη φύση, την προέλευση, τη διάθεση, τη διακίνηση ή τη χρήση περιουσίας ή τον τόπο όπου αυτή βρίσκεται ή την κυριότητα επ` αυτής, ή τα σχετικά με αυτή δικαιώματα, εν γνώσει του γεγονότος ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια δραστηριότητα,

γ) η απόκτηση, κατοχή ή χρήση περιουσίας, εν γνώσει, κατά τον χρόνο κτήσης, ή κατά τον χρόνο περιέλευσης της κατοχής ή της χρήσης, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια δραστηριότητα,

δ) η χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα με την τοποθέτηση σε αυτόν ή τη διακίνηση μέσω αυτού εσόδων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα.

1.2  Εγκληματική Δραστηριότητα συνιστά η διάπραξη ενός εκ των «βασικών αδικημάτων» του άρθρου 4 του Ν. 4557/2018, ως ισχύει:

α) η εγκληματική οργάνωση κατά το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ, ν. 4619/2019, Α` 95),

β) οι τρομοκρατικές πράξεις, η τρομοκρατική οργάνωση και η αξιόποινη υποστήριξη και χρηματοδότησή τους κατά τα άρθρα 187Α, 187Β ΠΚ και 32 έως 35 του ν. 4689/2020 (Α` 103),

γ) η δωροληψία και η δωροδοκία πολιτικών προσώπων και δικαστικών λειτουργών κατά τα άρθρα 159, 159Α και 237 ΠΚ και η δωροληψία και η δωροδοκία υπαλλήλου κατά τα άρθρα 235 και 236 ΠΚ,

δ) η εμπορία επιρροής-μεσάζοντες και η δωροληψία και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα κατά τα άρθρα 237Α και 396 ΠΚ και η δωροδοκία – δωροληψία για αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα κατά το άρθρο 132 του ν. 2725/1999 (Α` 121),

ε) τα εγκλήματα κατά των τηλεπικοινωνιών κατά τις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 292Α, τα άρθρα 292Β, 292Γ, 292Δ και τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 292Ε ΠΚ και η παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα κατά τα άρθρα 370Α, 370Β, 370Γ, τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 370Δ και το άρθρο 370Ε ΠΚ,

στ) η ανθρωποκτονία με πρόθεση κατά το άρθρο 299 ΠΚ, η βαριά σωματική βλάβη κατά το άρθρο 310 ΠΚ, η θανατηφόρα βλάβη κατά το άρθρο 311 ΠΚ, η αρπαγή κατά το άρθρο 322 ΠΚ, η εμπορία ανθρώπων κατά το άρθρο 323Α ΠΚ, η αρπαγή ανηλίκων κατά το άρθρο 324 ΠΚ και η παράνομη κατακράτηση κατά το άρθρο 325 ΠΚ,

ζ) η παραχάραξη νομίσματος και άλλων μέσων πληρωμής κατά το άρθρο 207 ΠΚ, η κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων και άλλων μέσων πληρωμής κατά το άρθρο 208 ΠΚ, η καθ` υπέρβαση κατασκευή νομίσματος κατά το άρθρο 208Α ΠΚ, η πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων κατά την παρ. 1 του άρθρου 208Γ ΠΚ, οι προπαρασκευαστικές πράξεις του άρθρου 211 ΠΚ, η πλαστογραφία κατά το άρθρο 216 ΠΚ, η διακεκριμένη πλαστογραφία πιστοποιητικών κατά την παρ. 3 του άρθρου 217 ΠΚ, η κλοπή κατά το άρθρο 372 ΠΚ, η διακεκριμένη κλοπή κατά το άρθρο 374 ΠΚ, η υπεξαίρεση κατά το άρθρο 375 ΠΚ, η ληστεία κατά το άρθρο 380 ΠΚ, η εκβίαση κατά το άρθρο 385 ΠΚ, η απάτη κατά το άρθρο 386 ΠΚ, η απάτη με υπολογιστή κατά το άρθρο 386Α ΠΚ, η απάτη σχετικά με τις επιχορηγήσεις κατά το άρθρο 386Β ΠΚ, η απιστία κατά το άρθρο 390 ΠΚ, η αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος κατά την παρ. 1 του άρθρου 394 ΠΚ και η τοκογλυφία κατά το άρθρο 404 ΠΚ,

η) η διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας κατά το άρθρο 348 ΠΚ, η πορνογραφία ανηλίκων κατά το άρθρο 348Α ΠΚ, η προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους κατά το άρθρο 348Β ΠΚ, οι πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων κατά το άρθρο 348Γ ΠΚ, η μαστροπεία κατά το άρθρο 349 ΠΚ και η γενετήσια πράξη με ανήλικο έναντι αμοιβής κατά το άρθρο 351Α ΠΚ,

θ) τα εγκλήματα των άρθρων 20 έως και 23 του ν. 4139/2013 (Α` 74) περί εξαρτησιογόνων ουσιών,

ι) τα εγκλήματα των άρθρων 6, 15 και 17 του ν. 2168/1993 (Α` 147) περί θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς,

ια) τα εγκλήματα των άρθρων 53, 54, 55, 61 και 63 του ν. 3028/2002 (Α` 153) περί προστασίας των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς,

ιβ) τα εγκλήματα των παρ. 1 και 3 του άρθρου 8 του ν.δ. 181/1974 (Α` 347) περί προστασίας από τις ιοντίζουσες ακτινοβολίες,

ιγ) τα εγκλήματα των παρ. 5 έως και 8 του άρθρου 29 και του άρθρου 30 του ν. 4251/2014 (Α` 80) περί μετανάστευσης και κοινωνικής ένταξης,

ιδ) τα εγκλήματα για την ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης του άρθρου 24 του ν. 4689/2020 (Α` 103),

ιε) τα χρηματιστηριακά εγκλήματα των άρθρων 28 έως και 31 του ν. 4443/2016 (Α` 232),

ιστ) τα εγκλήματα:

ιστα) της φοροδιαφυγής του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 (Α` 170) με την εξαίρεση του πρώτου εδαφίου της παρ. 5, και της διασυνοριακής απάτης σχετικά με τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) του άρθρου 23 του ν. 4689/2020,

ιστβ) της λαθρεμπορίας των άρθρων 155 έως και 157 του ν. 2960/2001 (Α` 265),

ιζ) τα εγκλήματα των παρ. 1 έως 3 του άρθρου 28 του ν. 1650/1986 (Α` 160) περί προστασίας του περιβάλλοντος και των παρ. 1 έως 5 του άρθρου 6 του ν. 4037/2012 (Α` 10) για τη θαλάσσια ρύπανση και της περ. α` της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 743/1977 (Α` 319), όπως κωδικοποιήθηκε σε ενιαίο κείμενο με το π.δ. 55/1998 (Α` 58) περί προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος,

ιη) τα εγκλήματα του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α` 25) περί πνευματικής ιδιοκτησίας και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 45 του ν. 4679/2020 (Α` 71) περί εμπορικών σημάτων,

ιθ) η πειρατεία κατά το άρθρο 215 του ν.δ. 187/1973 (Α` 261),

κ) τα εγκλήματα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α` 43), με την εξαίρεση της περ. α` της παρ. 1, καθώς και της μη καταβολής χρεών που προκύπτουν από χρηματικές ποινές ή πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τα δικαστήρια ή από διοικητικές και άλλες αρχές, και

κα) κάθε άλλο έγκλημα που τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας, της οποίας το ελάχιστο όριο είναι άνω των τριών (3) μηνών, από το οποίο προκύπτει περιουσιακό όφελος.

 

2. Σκοπός

Η BLUE GREEN WHITE CAPITAL ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ (εφεξής «Εταιρεία») δραστηριοποιείται ως Διαχειρίστρια Αμοιβαίου Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών του ν. 2992/2002, ως ισχύει, σύμφωνα με τις προβλέψεις του οικείου νομικού και κανονιστικού πλαισίου. Η Εταιρεία σεβόμενη την κείμενη νομοθεσία ακολουθεί διαδικασίες και χρησιμοποιεί κατάλληλες δομές και μηχανισμούς για την πρόληψη χρησιμοποίησης κεφαλαίων εγκληματικής προέλευσης.

Ειδικότερα, έχει θεσπίσει πολιτική, με την οποία η Εταιρεία επιδιώκει:

α) τη διασφάλιση συμμορφώσεώς της με τις εκάστοτε απαιτήσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της εκάστοτε αρμόδιας αρχής,

β) τη διατήρηση της ακεραιότητας, φερεγγυότητας και φήμης της από περιστατικά τυχόν εμπλοκής της σε Νομιμοποίηση Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας.

 

3. Νομοθετικό και Ρυθμιστικό Πλαίσιο

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Πολιτικής, λαμβάνεται υπόψη:

  • ο Νόμος 4557/2018 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και
  • οι αποφάσεις 1/506/8.4.2009, 34/586/26.5.2011 και 35/586/26.5.2011 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ως ισχύουν.

 

4. Υπεύθυνος Κανονιστικής Συμμόρφωσης

4.1 Ορισμός Υπευθύνου Κανονιστικής Συμμόρφωσης

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας ορίζει ένα διευθυντικό στέλεχος, υπεύθυνο για την  αναφορά κάθε συναλλαγής που θεωρείται ασυνήθης ή ύποπτη για διάπραξη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και κάθε γεγονός που λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της Εταιρείας και το οποίο μπορεί να αποτελέσει ένδειξη τέτοιων πράξεων.

4.2 Αρμοδιότητες Υπευθύνου Κανονιστικής Συμμόρφωσης

4.2.1 Ο Υπεύθυνος Κανονιστικής Συμμόρφωσης για την πρόληψη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας επιμελείται για τη συμμόρφωση της Εταιρείας με τις υποχρεώσεις της για την πρόληψη χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

4.2.2 Ο Υπεύθυνος Κανονιστικής Συμμόρφωσης αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

α) Παραλαμβάνει από υπαλλήλους της Εταιρείας αναφορές με πληροφορίες για ύποπτες ή ασυνήθεις συναλλαγές καθώς και για κάθε γεγονός του οποίου λαμβάνουν γνώση οι υπάλληλοι και το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Οι αναφορές των υπαλλήλων πρέπει να είναι αιτιολογημένες και καταχωρούνται σε ειδικό αρχείο και φέρουν ημερομηνία και την υπογραφή του υπαλλήλου.

β) Αξιολογεί και εξετάζει τις πληφορορίες με αναφορά σε άλλες διαθέσιμες πηγές. Η αξιολόγηση των πληροφοριών που περιέχονται στις αναφορές που υποβάλλονται στον Υπεύθυνο Κανονιστικής Συμμόρφωσης πρέπει να γίνεται σε ιδιαίτερο έντυπο, το οποίο πρέπει επίσης να αρχειοθετείται στο σχετικό φάκελο των αναφορών. Εάν από την αξιολόγηση προκύψουν σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες ότι διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, τότε πρέπει να υποβληθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Εάν ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης αποφασίσει να μην προβεί σε αναφορά, τότε πρέπει να αιτιολογήσει στο σχετικό φάκελο πλήρως τους λόγους για αυτήν την απόφαση.

γ) Ενεργεί ως προς το πρώτο σημείο επαφής με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τόσο κατά την έναρξη όσο και καθ’ όλη τη διάρκεια της διερεύνησης της υπόθεσης που εξετάζεται μετά την υποβολή της γραπτής αναφοράς, ανταποκρίνεται σε όλα τα ερωτήματα και τις ζητούμενες διευκρινίσεις της και αποφασίζει κατά πόσο τα ερωτήματα ή οι διευκρινίσεις σχετίζονται άμεσα με την αναφορά που έχει υποβάλει, οπότε και παρέχει όλες τις ζητούμενες πληροφορίες και συνεργάζεται πλήρως με την Επιτροπή.

δ) Αξιολογεί σε ετήσια βάση του κινδύνους που προέρχονται από υφιστάμενους και νέους επενδυτές και προτείνει στο Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων με προσθήκες και αλλαγές στα συστήματα και τις διαδικασίες που εφαρμόζει η Εταιρεία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των εν λόγω κινδύνων.

 

5. Εφαρμογή Μέτρων Δέουσας Επιμέλειας

5.1 Κατηγοριοποίηση Κινδύνου

Η Εταιρεία κατηγοριοποιεί τους πελάτες της βάσει ανάλυσης κινδύνου και συναλλακτικής συμπεριφοράς στις ακόλουθες κατηγορίες κινδύνου:

  • Χαμηλού κινδύνου
  • Συνήθους κινδύνου
  • Υψηλού κινδύνου

Ο βαθμός κινδύνου εξαρτάται τουλάχιστον από:

  • το είδος του πελάτη/ επενδυτή
  • τον χαρακτήρα της επιχειρηματικής σχέσης
  • γεωγραφικούς παράγοντες (τόπος κατοικίας/έδρας, προέλευση κεφαλαίων κλπ.)

5.2 Μέτρα δέουσας επιμέλειας

Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας εφαρμόζονται επί όλων των πελατών/επενδυτών της Εταιρείας πλην εκείνων των οποίων εφαρμόζονται τα μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας και συνίστανται στα εξής:

  1. Πιστοποίηση και επαλήθευση ταυτότητας πελάτη/πραγματικού δικαιούχου με τη διαδικασία «Know Your Customer» («KYC») βάσει εγγράφων που συλλέγονται από αξιόπιστη και ανεξάρτητη αρχή.
  2. Αξιολόγηση οικονομικού προφίλ του πελάτη, στο οποίο περιλαμβάνονται τουλάχιστον:

α) το προβλεπόμενο ύψος των κεφαλαίων προς επένδυση,

β) ο τραπεζικός λογαριασμός στον οποίο επιστρέφονται τα κεφάλαια,

γ) οι πηγές και το μέγεθος των εισοδημάτων και των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη,

δ) περιγραφή της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας του πελάτη.

  1. Περιοδική επικαιροποίηση/ τήρηση ενημερωμένων εγγράφων και δεδομένων πληροφοριών με διενέργεια διαδικασίας «KYC».

 

5.3 Μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας

Η Εταιρεία εφαρμόζει μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας, ως προς τον πελάτη, αφού προηγουμένως συγκεντρώσει επαρκείς πληροφορίες και βεβαιωθεί ότι η επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή παρουσιάζει χαμηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Πελάτες κατηγορίας χαμηλού κινδύνου είναι οι ακόλουθοι:

  • Εθνική Δημόσια Αρχή
  • Πιστωτικό Ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός κράτους μέλους της Ε.Ε.
  • Πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός που βρίσκεται σε τρίτη χώρα η οποία επιβάλλει απαιτήσεις ισοδύναμες προς αυτές που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία και υπόκειται σε εποπτεία όσον αφορά τη συμμόρφωσή του προς τις απαιτήσεις αυτές
  • Εταιρεία, της οποίας οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά σε κράτος μέλος της Ε.Ε. ή σε τρίτη χώρα που υπόκεινται σε απαιτήσεις διαφάνειας που είναι ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες από την Ενωσιακή Νομοθεσία.

5.4 Μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας

Αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας συνίστανται σε όλα τα μέτρα δέσουας επιμέλειας, καθώς και σε πρόσθετα μέτρα, όπως η καθημερινή παρακολούθηση συναλλαγών, συνεχής επικαιροποίηση στοιχείων και συνεργασία με αρχές για πρόσθετα φορολογικά και άλλα στοιχεία, και εφαρμόζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  1. σε πελάτες, όπως:
  • πολιτικώς εκτιθέμεθα πρόσωπα και στενοί συγγενείς τους
  • υπεράκτιες εταιρείες
  • εταιρείες ειδικού σκοπού
  • εταιρείες με ανώνυμες μετοχές, που δεν είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά
  • ενώσεις προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και στερούμενα νομικής προσωπικότητας σχήματα ή οντότητες που διαχειρίζονται κεφάλαια ή άλλες ομάδες περιουσιακών στοιχείων.

2. σε συναλλαγές υψηλού κινδύνου, ήτοι αυτές που διενεργούνται από πελάτες που κατοικούν σε χώρες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις ή περιοριστικά μέτρα από την Ε.Ε. ή/και τον ΟΗΕ ή σε χώρες που έχει αποδειχθεί σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές η έλλειψη αποτελεσματικών συστημάτων καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

6. Υποχρεώσεις Εταιρείας

6.1 Επιμόρφωση

Η Εταιρεία μεριμνά για τη συνεχή κατάρτιση και επιμόρφωση των αρμόδιων υπαλλήλων ώστε να δύνανται να εντοπίζουν τις δραστηριότητες που τυχόν συνδέονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και να ενεργούν σωστά στις περιπτώσεις αυτές. Η εκπαίδευση μπορεί να γίνεται από πιστοποιημένους εκπαιδευτικούς φορείς, από επαγγελματίες εντός της Εταιρείας.

6.2 Τήρηση Αρχείου

Όλα τα στοιχεία και οι πληροφορίες που έχουν συλλεγεί, φυλάσσονται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή για πέντε χρόνια μετά το τέλος της επιχειρηματικής σχέσης με τον πελάτη. Κατά τη λήξη της προθεσμίας αυτής, η Εταιρεία διαγράφει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός αν επιτρέπεται ή επιβάλλεται από άλλη διάταξη νόμου η φύλαξή τους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τη δεκαετία.

 

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ: ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΧΟΝΔΡΟΝΙΚΟΣ

t: 210 4121980, 216 0025654-9, 693 8866464

email: ac@bgw.vc, admin@bgw.vc